ἀντίξοος

ἀντίξοος
ἀντίξοος
opposed to
masc/fem nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • αντίξοος — η, ο (Α ἀντίξοος, οον κ. ἀντίξους, ουν) ενάντιος, αντίθετος, εχθρικός νεοελλ. φρ. «αντίξοες περιστάσεις» δυσκολίες, αναποδιές αρχ. 1. το ουδ. ως ουσ. τὸ ἀντίξοον η αντίθετη πλευρά 2. φρ. «δοῡρα ἀντίξοα» πελεκημένα κατά τέτοιο τρόπο ώστε να… …   Dictionary of Greek

  • αντίξοος — η, ο δυσμενής, ανάποδος: Αντιμετωπίσαμε κι εμείς στη ζωή μας αντίξοες περιστάσεις …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἀντιξόω — ἀντίξοος opposed to masc/fem/neut nom/voc/acc dual ἀντίξοος opposed to masc/fem/neut gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀντίξοον — ἀντίξοος opposed to masc/fem acc sg ἀντίξοος opposed to neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀντίξουν — ἀντίξοος opposed to masc/fem acc sg ἀντίξοος opposed to neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀντίξους — ἀντίξοος opposed to masc/fem nom pl ἀντίξοος opposed to masc/fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀντιξόου — ἀντίξοος opposed to masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀντιξόους — ἀντίξοος opposed to masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀντιξόων — ἀντίξοος opposed to masc/fem/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀντιξόως — ἀντίξοος opposed to masc/fem acc pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”